Τα σημερινά παιδιά απ’ τη στιγμή που αναπνέουν, βρίσκονται «εκτεθειμένα» στο διαδίκτυο. Είναι κάτι που δεν επέλεξαν, δεν τους ζητήθηκε η άδεια, δεν ξέρουν πως να το διαχειριστούν και απλά μαθαίνουν να ζουν σε/με αυτό.

Μελέτες απ’ το 2010 έχουν δείξει ότι το 1/4 των παιδιών είχαν διαδικτυακή παρουσία πριν καν τη γέννησή τους, την οποία φυσικά επιμελούνταν οι γονείς τους. Το υπερηχογράφημα και στιγμές έξω απ’ το μαιευτήριο σε stories, ξεχωριστό Instagram προφίλ για το παιδί με φωτογραφίες του απ’ την καθημερινότητά του.  Το φαινόμενο απέκτησε όνομα, το sharenting που προκύπτει από τον συνδυασμό των λέξεων share και pareting (από το share που σημαίνει μοιράζομαι και το parenting που αναφέρεται στην άσκηση του γονικού ρόλου). Πρόκειται για την επιλογή πολλών γονιών να χρησιμοποιούν διάφορες διαδικτυακές πλατφόρμες, για να κοινοποιήσουν ιστορίες και να μοιραστούν πληροφορίες, με τη μορφή ή τη συνοδεία οπτικοακουστικού υλικού, στις οποίες κεντρικοί πρωταγωνιστές είναι τα παιδιά τους. Για τους κινδύνους του sharenting, μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα εδώ.


Προβληματισμό σε πολλούς γονείς δημιουργεί το engagement των παιδιών με τον ψηφιακό κόσμο και πιο συγκεκριμένα με πλατφόρμες όπως το YouTube και το TikTok, όπου παρατηρείται τα τελευταία χρόνια έντονη επιθυμία από πολλά μικρά παιδιά να ανοίξουν το δικό τους κανάλι και να γίνουν youtubers. Ή για να χρησιμοποιήσουμε ένα άλλο προσφιλή όρο, να γίνουν  influencers. Στόχος δεν είναι απλά η δημιουργική έκφραση των παιδιών, αλλά η αξιοποίηση των πλατφορμών για οικονομικό όφελος. Για παράδειγμα, ο Ryan Kaji που έχει το κανάλι “Ryan’s World” με εκατομμύρια subscribers και δική του σειρά παιχνιδιών, έχει «δουλέψει» σκληρά για να βρεθεί στην κορυφή των παιδιών influencer/YouTuber. Το Forbes το 2019, τον είχε χαρακτηρίσει ως τον υψηλότερα αμειβόμενο streamer κάθε ηλικίας, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, εκτιμώντας ότι η οικογένειά του εισέπραξε 22 εκατομμύρια δολάρια το 2018 και 24 εκατομμύρια δολάρια το 2019.

Τα παιδιά θαμπώνονται από τέτοια παραδείγματα και αγνοούν την σκληρή πραγματικότητα. Τα παιδιά και οι έφηβοι που περνάνε αρκετές ώρες της ημέρας τους στο YouTube ή στο TikTok, μπορεί να δυσκολεύονται να καταλάβουν ότι οι πιθανότητες να βγάλουν αρκετά χρήματα από ένα «περιεχόμενο» είναι ελάχιστες, αφού οι παραπάνω αναφορές στα «χρυσά» παιδιά των social media δεν είναι ο κανόνας. Μια ανάλυση του 2018 έδειξε ότι το 85% της επισκεψιμότητας στο YouTube πήγαινε μόλις στο 3% των καναλιών και ότι περίπου το 96% των YouTubers στις Η.Π.Α. έχουν λιγότερα έσοδα απ’ το όριο της φτώχειας που ορίζει το κράτος.


Το πρόβλημα όμως δεν είναι η οικονομική επιτυχία ή αποτυχία του καναλιού. Τα παιδιά δυσκολεύονται να αντιληφθούν τον σκληρό ανταγωνισμό που θα αντιμετωπίσουν , τις ματαιώσεις, την μετατροπή της καθημερινότητάς τους σε “περιεχόμενο προς κατανάλωση”  καθώς και τις τεράστιες απαιτήσεις που θα θέσει στην καθημερινότητά τους το “ανέβασμα” βίντεο σε συστηματική βάση.

Μαγεύονται απ’ την εικόνα και παρασύρονται απ’ τον φαινομενικά επικερδή τρόπο ζωής. Τα παιδιά και οι οικογένειες αυτών των καναλιών/των προφίλ, δείχνουν να έχουν έναν δικό τους «πρόγραμμα», κάπως ελεύθερο χωρίς περιορισμούς και υποχρεώσεις, ενώ ταυτόχρονα οι εταιρείες τους χαρίζουν προϊόντα για να τα παρουσιάσουν. Ένα παιδί όμως δεν μπορεί να αντιληφθεί πως οι συνέπειες ενός χορηγούμενου Playmobil, μπορεί να είναι περισσότερες απ’ την χαρά του «κέρδους». Αν δεν στηθούν όλα όπως πρέπει, αν η κάμερα δεν εξυπηρετήσει τα απαιτούμενα του εταιρικού brand, αν δεν φορέσει το καλύτερο χαμόγελο που έχει, αν ο ήχος δεν είναι καθαρός, τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η χορηγία να σταματήσει και η ματαίωση να είναι μεγαλύτερη απ’ το αναμενόμενο και μη διαχειρίσιμη.


A couple who is anxious about the future of children

Πολλοί αναρωτιούνται ποιος είναι ο ρόλος του γονέα σε αυτή την παιδική τάση και στα επαγγελματικά όνειρα μικρής ηλικίας. Αναζητούν απαντήσεις κοιτώντας στο παρελθόν, θυμούμενοι τις απαντήσεις που έδιναν όταν οι ίδιοι ήταν μικροί, στην ερώτηση «τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;». Σπάνια κάποιος (νοήμων) γονιός θα ανησύχησε όταν το παιδί του, του απάντησε «ποδοσφαιριστής ή πιανίστας», «γιατρός ή χορεύτρια», καθώς γνώριζαν πως ο γιός ή η κόρη τους, έχουν μπροστά τους πολλά χρόνια για να καταλήξουν ή να ακολουθήσουν μια επαγγελματική σταδιοδρομία.Τώρα όμως, ένα παιδί 8 χρονών όταν λέει «θέλω να γίνω YouTuber», ξέρει ότι μπορεί να το κάνει και μέσα σε πέντε λεπτά να δοκιμάσει την επιθυμία του. Έτσι, ο γονιός έρχεται αντιμέτωπος με μια κατάσταση που περίμενε να την ζήσει τουλάχιστον σε 8-10 χρόνια αργότερα.

Υπάρχει λοιπόν κάποιο όριο στην λήψη αποφάσεων που θα πάρει ένας «μεγάλος» για τα όνειρα ενός «μικρού»; Σχετικά με αυτό, ο Benjamin Burroughs, Αναπληρωτής Καθηγητής Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στο Πανεπιστήμιο της Νεβάδα, δήλωσε στο Vox: «Από τη μία οι γονείς μπορεί να αναρωτηθούν γιατί να καταπνίξουν τη δημιουργικότητα του παιδιού τους, αφού αυτά θέλουν να μοιραστούν κάτι με τον κόσμο. Αλλά αυτό αργότερα γίνεται δουλειά, και τότε έρχεται μια «γκρίζα ζώνη», στην οποία οι γονείς θα πρέπει να σκεφτούν τι είδους έκθεση θα έχουν τα παιδιά μπροστά στην κάμερα». Επίσης οφείλουν να αναλογιστούν πιθανές συνέπειες από την δημιουργία ενός ψηφιακού αποτυπώματος που δεν θα μπορούν – πιθανόν – να διαγράψουν στο μέλλον.

Ερευνητές και ψυχολόγοι, αναφέρουν πως η συζήτηση που θα πρέπει να γίνεται μεταξύ γονιού και παιδιού, θα πρέπει να τα βοηθάει να συνειδητοποιήσουν πως η ζωή τους θα γίνει «προϊόν» προς πώληση απ’ την στιγμή που θα αποφασίσουν να κάνουν έναν κανάλι στο YouTube και πως ναι μεν αυτά θα νιώθουν πως μοιράζονται χαλαρές στιγμές παιχνιδιού και ξεγνοιασιάς με συνομήλικούς τους, αλλά καμία πλατφόρμα social media δεν ευνοεί ή στηρίζει κάποιον που δεν φέρνει «χρήμα» σε αυτήν.

 

Αν υπάρχει ένα ωραίο «δώρο» που μπορούμε να δώσουμε στα παιδιά, δεν είναι ένα κίνητρο να γίνουν influencer, αλλά να μην εγκλωβιστούν στον κόσμο της ιντερνετικής επικύρωσης της ανθρώπινης ύπαρξης και της ατομικής αξίας, και απελευθερωμένα από διάφορα «πρότυπα» και «είδωλα», να ανακαλύψουν έναν δικό τους τρόπο να αφηγηθούν όπως εκείνα θέλουν την ζωή τους.