Οι γονείς έρχονται αντιμέτωποι με το συγκεκριμένο ερώτημα διαρκώς και η πίεση που δέχονται από τα παιδιά τους αυξάνεται καθώς αυξάνεται και η ηλικία των παιδιών.

Υπάρχει τελικά η “κατάλληλη” ηλικία και αν ναι, ποια είναι; Καθώς όλο και περισσότερα ερευνητικά  στοιχεία έρχονται στο φως σχετικά με την επίδραση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στον ψυχισμό των παιδιών, η απάντηση φαίνεται να είναι “όσο πιο αργά μπορώ”.

Σε ένα πρόσφατο άρθρο της Καθημερινής, η Άρτεμις Τσίτσικα, αναπλ. καθηγήτρια Παιδιατρικής και Εφηβικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ αναφέρεται στο ακατάλληλο περιεχόμενο (σεξουαλικό περιεχόμενο, βία/κακοποίηση ζώων) στο οποίο εκτίθενται συστηματικά ανήλικα παιδιά, χωρίς να έχουν πραγματοποιήσει κάποια αντίστοιχη αναζήτηση ή εκδηλώσει κάποιο  ενδιαφέρον. Πολλά παιδιά δεν μπορούν να διαχειριστούν αυτό που είδαν, ενώ διστάζουν να μιλήσουν σε κάποιον ενήλικα.

Αλλα παιδιά είναι πιο ώριμα, άλλα πιο ευάλωτα, είναι όμως σε μια ηλικία που δεν μπορούν να το διαχειριστούν. Σπάνια το συζητούν με έναν ενήλικο. Την πρώτη φορά που βλέπουν κάτι τέτοιο σοκάρονται. Τη δεύτερη λιγότερο, την τρίτη – τέταρτη καθόλου. Καταλήγουν να το απενοχοποιούν,  Αρτεμις Τσίτσικα, αναπλ. καθηγήτρια Παιδιατρικής και Εφηβικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ.

Φαίνεται ότι πολλά από αυτά τα κενά ασφαλείας είναι εν γνώσει των μεγάλων εταιρειών κοινωνικής δικτύωσης, που διστάζουν να αφαιρέσουν περιεχόμενο χρηστών από τις πλατφόρμες τους. Η Δανή ψυχολόγος Λότε Ρούμπεκ, εργάστηκε για τρία χρόνια ως σύμβουλος της Μeta (μητρικής εταιρείας του Facebook και του Instagram) σε θέματα ασφάλειας και προστασίας των χρηστών. Παραιτήθηκε πρόσφατα καθώς θεώρησε ότι δεν συνεισέφερε στην βελτίωση των υπηρεσιών της πλατφόρμας σε θέματα ασφάλειας.

Τους απασχολεί πολύ περισσότερο το να μη χάσουν κάποιον χρήστη παρά ο αντίκτυπος που μπορεί να έχει ή η προστασία «των πολλών», και αυτό ενώ γνωρίζουν τους κινδύνους. Ποντάρουν στην περιέργεια που έχουν τα παιδιά σε αυτή την ηλικία, στην παρορμητικότητα. Οι εφαρμογές αυτές το μόνο που θέλουν είναι η αλληλεπίδραση. Δεν τους ενδιαφέρει ποιο περιεχόμενο χρησιμοποιείται για να τη διατηρήσουν, λέει η ψυχολόγος Λότε Ρούμπεκ.


Κινητό ή smartphone;

Eνα πρωινό στις αρχές Φεβρουαρίου 2024 σην Αγγλία, δύο φίλες, η Ντέζι Γκρίνγουελ και η Κλερ Φερνιχάου, άφησαν τα παιδιά τους στο σχολείο και κάθισαν να πιουν έναν γρήγορο καφέ πριν ξεκινήσουν την ημέρα τους. Το θέμα συζήτησης ήταν κάτι που τις προβλημάτιζε καιρό. Η εξαιρετικά δύσκολη απόφαση που θα έπρεπε σύντομα να πάρουν: «Πολλοί από τους φίλους των παιδιών μας στο δημοτικό έχουν ήδη δικό τους smartphone και αυτό ενώ γνωρίζουμε πλέον ξεκάθαρα τις επιπτώσεις που έχει η χρήση σε αυτές τις ηλικίες», λέει στην «Κ» η κ. Γκρίνγουελ. Χωρίς ιδιαίτερη σκέψη αποφάσισαν εκείνο το πρωί να δημιουργήσουν ένα γκρουπ στο WhatsApp και να καλέσουν σε αυτό όσους φίλους γονείς έχουν παρόμοιους προβληματισμούς. Η ιδέα ήταν απλή: ίσως ενωμένοι θα μπορούσαν να καθυστερήσουν να πάρουν κινητό στα παιδιά τους. Οσο περισσότεροι γονείς συμφωνούσαν, τόσο πιο εύκολο θα ήταν να το δεχθούν τα παιδιά.

Σε δύο ώρες η εφαρμογή του WhatsApp είχε μπλοκάρει, αφού η ομάδα είχε ξεπεράσει τα 1.000 μέλη, ενώ εκατοντάδες είχαν κοινοποιήσει την ανάρτηση εξομολογούμενοι τις δικές τους ιστορίες. Στην ιστοσελίδα που πλέον έχουν δημιουργήσει οι δύο γυναίκες έχουν ενημέρωση και χρήσιμες συμβουλές από ειδικούς. Ήδη επεξεργάζονται νέο περιεχόμενο για γονείς εφήβων. «Η αλήθεια είναι πως ξεκινήσαμε απευθυνόμενοι στους γονείς παιδιών στο δημοτικό που ακόμη δεν έχουν smartphone, αλλά είναι θέμα χρόνου να το διεκδικήσουν. Φαντάζει αδύνατο να πάρεις το κινητό από έναν έφηβο που το χρησιμοποιεί ήδη. Είναι σαν να παίρνεις από έναν εξαρτημένο το ναρκωτικό του. Το θετικό είναι πως σύμφωνα με κάποιους γονείς υπάρχει φως στο τούνελ. Επειτα από δύο – τρεις εβδομάδες, το παιδί επανέρχεται».

Σήμερα, δύο μήνες ύστερα από εκείνο τον πρωινό καφέ, πάνω από 30.000 γονείς έχουν δημιουργήσει εκατοντάδες ομάδες σε όλη την Αγγλία. Οργανώνονται και συμφωνούν από κοινού να καθυστερήσουν την αγορά κινητού. Ιδανικά, λένε, τα παιδιά τους θα προμηθευτούν ένα απλό κινητό χωρίς εφαρμογές στα 14 και θα χρησιμοποιήσουν μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετά τα 16.

Ξεκίνησε χωρίς να το καταλάβουμε ένα κίνημα. Αισθάνομαι σαν να ξυπνήσαμε ξαφνικά και συνειδητοποιήσαμε πως υπνοβατούσαμε σε μια επικίνδυνη κατάσταση. Είναι σαφές πως η αλλαγή δεν θα έρθει από τις εταιρείες-κολοσσούς που βγάζουν τόσα χρήματα από τα παιδιά μας. Θα έρθει αποκλειστικά από εμάς, καταλήγει η κ. Γκρίνγουελ.